THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES

Τετάρτη 5 Ιουνίου 2013

Η έκτη

Την έκτη μην με πάρεις τηλέφωνο, δεν σ' έχω ανάγκη. Έχω και γονείς για παρέα. Στα 22 μου έχω τους γονείς μου. Για παρέα.
Θα τους βγάλω για ποτό, θα μιλήσουμε για γκόμενους, θα πούμε πως περάσαμε όλη τη χρονιά που έλειπα και μετά θα μου φέρουν τούρτα έκπληξη, όπως στο λύκειο. Και θα ανέβουμε στην ταράτσα, θα αρχίσουμε φιλοσοφική κουβέντα για τα καλά και τα λάθη μας.

Και μετά με ρωτάει η μάνα μου γιατί λυπάμαι.

Όσο κι αν μ' αγαπάς μαμά κι όσο κι αν σ' αγαπώ κι εγώ, δεν μπορώ να περάσω την έκτη μιλόντας για καρκίνους, συναδέλφους και συνταγές μαγειρικής. Είμαι κακομαθημένη αλλά τη μέρα αυτή δικαιούμαι να 'μαι κακομαθημένη. Δεν ζητάω τίποτα. Ένα ντόνατ μ' ένα κεράκι στην Πανόρμου θα μ' έκαναν τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο του κόσμου. 

Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Στεγνή βροχή.


Την Δευτέρα αρρώστησα και πρόσφατα έχασα και την ακοή μου. Δεν είναι σοβαρό, σε 15 μέρες θα 'χει περάσει λέει ο γιατρός. 
Οι μόνοι ήχοι που μπορώ να ακούσω, είναι οι ήχοι μέσα μου.
     Ακούω την καρδιά μου να χτυπάει. Μόνο που δεν χτυπάει, κάνει σαν ρυθμικός, δυνατός άνεμος κι αν ακούσω επίμονα, ακούω πράγματα να σπάνε, στέγες να ξεχειλώνονται, σωλήνες να ζορίζονται και να τρίζουν. Ακούω τα μάτια μου ν’ ανοιγοκλείνουν. Τα βλέφαρα μου ακούγονται σαν γόβες πάνω σε τσιμέντο. Ακούω τα κοκκαλά μου να τρίβονται. Δεν ακούγονται σκληρά στην υφή. Σα να ‘ναι φτιαγμένα απο σάρκα. Ακούω την ανάσα μου σαν βαρετό κύμα. Το σάλιο μου ακούγεται πιο υγρό απο συνήθως. Αν σταθώ ακίνητη, ακούω μια ατμόσφαιρα κι έναν παλμό , νιώθω σα να ‘μαι στο διάστημα. 
     Νωρίτερα βγήκα στη βροχή και δεν την άκουσα. Ημουν έξω για μερικά λεπτά, μέχρι που είδα τις σταγόνες να πέφτουν σε μια γούρνα. Πολύ γρήγοτα εξελήχθηκε σε μπόρα. Δεν είχα ομπρέλα. Άκουγα το βήμα μου τόσο σκληρό, σα να 'κανα παρέλαση με άρβυλα. Η ανάσα μου κάπως λαχανιασμένη έκανε ανυπόφορη φασαρία. Είχα γίνει μούσκεμα. Τη βροχή την έβλεπα, την ένιωθα στο πρόσωπό μου αλλά έμοιαζε στεγνή χωρίς τον ήχο της,  μόνο με τον θόρυβο της ανάσας μου και την παρέλαση στο βάθος. Ήταν καινούριο και παράξενο και κάπως γοητευτικό. Αλλά η γοητέια του δεν είχε ποίηση ούτε ρομαντισμό. Είχε κάτι από φόβο. 

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

Έγκαυμα


Η ζωή σου στα μάτια μου ξεκινούσε πάντα με τη δική μου γέννηση. Εσύ δεν είχες γεννηθεί ποτέ κι αν είχες γεννηθεί ήταν γιατί το πες, όχι γιατί σε άκουγα. Τώρα έχεις πάει σχολείο, σπούδασες, μεγάλωσες, παντρεύτηκες, βγήκες σε σύνταξη…
Σήμερα έκαψες το χέρι σου άσχημα, παραμορφώθηκε το δέρμα σου τελείως. Έψαχνα επίδεσμο κι εσύ δεν ήθελες, έβαλες μέλι στο έγκαυμα και μου είπες να φτιάξω καφέ να πιούμε. Καθίσαμε μαζί δύο ώρες σχεδόν και δεν παραπονέθηκες ούτε μία φορά κι ας έβλεπα το δέρμα σου να διαμαρτύρεται. Ήσουν τόσο ευτυχισμένη που ήμασταν παρέα που ξέχασες πόσο πολύ πονούσες. Εγώ φταίω γι' αυτό.
Σ’ αγαπούσαν πάντα τα κύτταρά μου, τώρα μαθαίνει και το μυαλό μου.

Δευτέρα 30 Μαΐου 2011

Κάπου χαμηλά και βρώμικα.


Είσαι μια μάζα απωθημένα κι ένα περιτύλιγμα να τα κρατάει πρόχειρα μη σκορπήσουν. Όσες φορές πήγες να σηκωθείς ευτυχισμένος, τόσες έμεινες αγκαλιασμένος με το χώμα να χαζογελάς στη σκέψη πως μια μέρα, θα. Και πάντα ήτανε κάποιος εκεί να χειροκροτήσει νυσταγμένα, ή να γελάσει, ή να βρίσει, ή να σε πηδήξει ενοχικά και βιαστικά μην τον δει κανείς, ή έστω να ‘ρθει για να φύγει για να μπορείς να κλαις ουρλιάζοντας πως έφυγε και να θυμάσαι στα κρυφά πως ήρθε. Δεν κατηγορείς κανέναν τους. Εσύ τους καλούσες με την ελπίδα πως αν κατάφερνες να τους ακουμπήσεις, θα ‘μενες  χαραγμένος κάπου. Πως γέννησες τόση σχιζοφρένεια χωρίς ούτε ένα σπέρμα στεναχώριας; 
Ωραίος βούρκος! Ποιος σου τον χάρισε; 

Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Ένας μοναδικός.


Ηλίθιε. Κανείς δεν είναι μοναδικός εδώ που γεννήθηκες. Όλοι είναι κυκλοθυμικοί, όλοι είναι καλλιτέχνες, όλοι έχουν περίεργες συνήθειες κι όλοι είναι άρρωστοι. Κανείς δεν καταλαβαίνει κανέναν και ο καθένας κρυφά χαίρεται που είναι τόσο δυσνόητος. Κι εσυ διάλεξες μερικά καλλιτεχνικά τικ, μερικά ερωτεύσιμα ελαττώματα και άρχισες να συστήνεσαι  με το καλλιτεχνικό σου. Προσποιείσαι ένα δήθεν μυστήριο επειδή γοητεύεσαι απ’την αντανάκλαση του στα μάτια εκείνων που γοητεύονται από σένα. Και είσαι τόσο υγιής που θες να πεθάνεις. Θα θελές να χες και τα δυο σου πόδια σπασμένα, να χες ουλές στο πρόσωπο και να κουβαλάς μερικούς τόνους ψυχασθένειας μήπως και οι πληγές σου στάξουν έμπνευση. Αλλά φοβάσαι να σπάσεις, φοβάσαι να χαρακωθείς και δεν γεννήθηκες τρελός. Κι όταν τυχαίνει και σκοντάφτεις και το δέρμα σου τρίβεται στο χώμα, χώνεις τα νύχια σου βαθιά στην πληγή, τη γδέρνεις,  την ξεχειλώνεις κι εύχεσαι να σου δώσει κάτι παραπάνω από αίμα. 
Το μόνο που σου έμεινε τώρα που μεγάλωσες αρκετά και βεβαιώθηκες πως δεν θα γίνεις τίποτα παραπάνω από το κοινό τίποτα, είναι να μην αφήσεις κανέναν να καταλάβει πόσο απλοϊκός είσαι στο βάθος σου, να κατακρεουργήσεις την επιφάνεια σου και συνεχίσεις να προσποιήσαι την ίδια μοναδικότητα με την ελπίδα πως κάποιος θα σε χειροκροτήσει.  Μια μέρα θα καταλάβεις πως δεν σε ξέρει κανείς κι όχι γιατί δεν σε κατάλαβε, αλλα γιατί δεν συστήθηκες ποτέ με τ’ όνομα σου.

Μόνο για σήμερα.

Δε θέλω μουσική σήμερα. Οι μπαλάντες με γαμάνε και τα χαρούμενα τραγούδια ακούγονται ειρωνικά και με γαμάνε περισσότερο. Θέλω ησυχία, ν’ ακούω τις μπότες των περαστικών στα νερά και τους υδρατμούς που βγαίνουν απ’ τα στόματα τους χωρίς ν’ ακούω τι λένε, ν’ ακούω το χιόνι μπερδεμένο μ’ αέρα, το νερό στους σωλήνες μέσα στους τοίχους και τα δάχτυλα μου στο πληκτρολόγιο. Θέλω θνητούς ήχους, πραγματικούς και αμοντάριστους, να μην ακουμπούν τίποτα μέσα μου, να μη μπερδεύουν τη σκέψη μου, να μην υποβοηθούν τη μαζοχιστική μου μανία για κατάθλιψη. Να πάει να γαμηθεί και η μουσική σήμερα. Ακόμα και τα πιο ωμά λόγια του πιο ειλικρινή ανθρώπου σε συνδυασμό με την πιο αληθινή μελωδία, βγάζουν μία αρμονία απίστευτη για το μυαλό μου σήμερα. Και δε θέλω τίποτα απίστευτο, υπέροχο, μεγαλοπρεπές, θαυμάσιο, ιδιοφυές… Θέλω μόνο να ‘ναι ωραίο. Και μόνο σήμερα θα ‘ναι ωραίο. Όλες τις άλλες μέρες θα ‘ναι ωραία η μουσική.



Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2011

Κοινώς, συγνώμη.


Είναι μερικές μαλακίες που γίνονται ασυνείδητα. Κάτι ώρες που έιναι καποιος δίπλα σου, του λες μια ιστορία και μετά πετάγεται πάνω αλαφιασμένος και ουρλιάζει ένα όνομα. Στιγμές σαν κι αυτές που σκέφτεσαι πως είναι αδύνατον να τις έχεις ζήσει, πως είναι αδύνατον να ήσουν ζωντανός και σκεπτόμενος την ώρα που τις διέπραττες, που δεν ξέρεις αν εκτιμάς τ’ότι ήσουν ειλικρινής ή αν σιχαίνεσαι τ’ότι ήσουν μαλάκας.
Και μετά σκέφτεσαι το χρόνο. Και προσεύχεσαι να γίνει υλικός μόνο για πάρτη σου, να μπορέσεις να τον κρατήσεις στα χέρια σου, να τον σαπίσεις στο ξύλο το γαμιόλη μέχρι να ξεχάσει εκείνη τη γαμημένη στιγμή που στα γκρέμισε όλα, που σε μολύνει και θα σε μολύνει ακόμα και μετά από χρόνια που θα τη σκέφτεσαι και θα γελάς με τα παιδιά σου. Θα γελας? Εσύ νομίζεις πως θα γελάω? Αμφιβάλλω με την καρδιά μου, αλήθεια σου λέω, κι ας ξέρω πως κάνω λάθος. Θα θυμάμαι και θ’αναρωτιέμαι εκείνο το πουστικο ‘’και αν δεν είχε γινει έτσι;’’ και θα χτίζω μια ζωή άλλη με ερωτηματικά. Και φυσικά σκέφτεσαι γελώντας πως σιγα μη μ επηρέασε εκείνη η μία στιγμή πιο πολύ απ’ότι επηρέασε εσένα.Πόνεσες και πονάς, το ξέρω. Αλλα ναι. Ναι γαμώτο, μ’επηρέασε, όλες οι στιγμές του κόσμου μ’επηρεάζουν αλλά δε μιλάω γιατί όλοι προλαβαίνουν και παίρνουν τις στιγμές για δικές τους κι αν μιλήσω είμαι εγωήστρια και άπλειστη. Μ’επηρεάζουν όλα τα δευτερόλεπτα σ’οποιας χώρας το ρολόι κι αν είναι. Κι όλες οι στιγμές του κόσμου, ναι κι αυτές. Πόσο μάλιστα η δική μας, που ήταν αληθινη στιγμή από τις λίγες, που μιλούσαμε με σιωπές και πηδιόμασταν σα να μισιόμαστε. Χέστηκα τι λες, χέστηκα κι αν με διαβάζεις τώρα και σου ακούγομαι σαν κακομαθημένο. Κάποτε πρέπει να μάθω να μιλάω με ειλικρίνεια χωρίς ρομαντικές βιτρίνες, εσύ μου το μαθες αυτο. Ορίστε και η πράξη λοιπόν. Με νοιάζει πιο πολύ απ’όσο νομίζεις, σκέφτομαι τη στιγμή εκείνη κι ας μην μ επηρεάζει όπως λες. Επηρεάζει εσένα, τον τρόπο που με σκέφτεσαι, τον τρόπο που μου μιλάς, επηρεάζει κι εμένα κι εσένα και το διάστημα κι όλους τους γαλαξίες μου.
Σε θέλω τόσο που μου ρχεται να σπάσω τους τοίχους, να κλεψω τα πορτοφόλια των γονιών μου και να χωθώ στην πρώτη πτήση που θα βρω. Κι ας μην είναι για τη χώρα σου, ας είναι για όπου να ναι. Να μαι απλα σε μία πτήση να ξέρω πως δε με βρίσκει κανεις, ούτε καν εσύ. Να σκέφτομαι στον αέρα και να μην μ ακούει τίποτα στη γη. Ούτε κι εσύ. Να μαι κάπου. Οπουδήποτε που δεν είναι εδώ είναι πιο κοντα σου.
Σε θέλω τόσο που κοίτα τι γράφω!
Παρεξήγησε με όσο θες, εγω πονάω. Μακάρι να πονούσα μόνο από την έλλειψη, σεξουαλικη, οπτική, ακουστική κλπ. Μακάρι να ταν μόνο αυτά. Αλλα πονάω κι από φόβο. Ναι, φοβάμαι πως θα μ’αφήσεις κι ας είπες πως δεν ακούς κανέναν. Ακούς, εγω αυτό πιστεύω και ας πιστεύω περισσότερο εσένα. Και θ’ακούς για πάντα και τα πάντα και τους πάντες κι ότι ακούγεται. Φοβάμαι ότι θα μ αφήσεις γιατι δεν ειμαι και καμια γκομενάρα ούτε βυζάρες έχω ούτε καν το χρόνο να σου δείξω το μυαλό μου εξ αποστάσεως και να σε μαγέψω με το πόσο ώριμη είμαι για τα 19 μου χρόνια. Ωριμότητα που μπορώ να πουλήσω μόνο μέσω skype. Από κοντά είμαι ηλίθια και κοντή. Και είναι κι αυτή η ρουφιάνα η απόσταση που δε μ’αφήνει να σε φιλήσω και να σε κάνω να ξεχάσεις την γαμημένη εκείνη στιγμη και να δεις πόσο φροντίζομαι για σένα, πόσο προσέχω, πόσο αλλάζω, πόσο πηδάω το είναι μου και τα σωψυχά μου για σένα. Γαμιέμαι για σένα, μ’ακους?
Το ξέρω πως με θες πιο πολύ απ’όσο ξέρω αλλά άσε με να ξεσπάσω γιατί θα τρελαθώ εδω που είμαι.
Θα τρελαθώ οπουδήποτε κι αν είμαι που δεν είναι εδώ και για σένα.